Μέσα στα Χριστούγεννα, ο Μέντωρ είχε προτείνει κάποια βιβλία προς ανάγνωση. Ένα από αυτά ήταν το τελευταίο βιβλίο του Πέτρου Τατσόπουλου, “Το βιβλίο για τα βιβλία”. Ομολογώ πως στην αρχή ήμουν επιφυλακτικός ως προς το αν θα έπρεπε να το αγοράσω. Θα εξηγήσω ευθύς αμέσως τους λόγους που με έκαναν να το αγοράσω χωρίς να ξέρω πολλά για το περιεχόμενο.
Ήμουν σε ένα βιβλιοπωλείο (από αυτά που είναι αλυσίδες, σαν super-market κάπως) και στην είσοδο του μαγαζιού ήταν στοιβαγμένες όλες οι καινούριες εκδόσεις για να προσελκύουν τους ευκαριακούς αγοραστές και αυτούς που πηγαίνουν χωρίς κάτι συγκεκριμένο κατά νου. Εγώ δεν άνηκα σε καμία κατηγορία αλλά το μάτι μου ξεχώρισε μέσα από όλη αυτή τη στοίβα το λιτό – αλλά εντυπωσιακό – εξώφυλλο του συγκεκριμένου βιβλίου. Το περιεργάστηκα για λίγο και αποφάσισα αμέσως να το αγοράσω. Βλέπετε, ένα μεγάλο πλήγμα στις εκδόσεις του σήμερα είναι ότι λίγο πολύ μοιάζουν όλες. Έχουν μια ψαγμένη φωτογραφία απ’ έξω και ανάγλυφα γράμματα ή σχέδια. Η αλήθεια είναι ότι αυτά περνάνε απαρατήρητα. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα κάτσει να σκεφτώ την έννοια της καλής έκδοσης. Αυτό το βιβλίο ανήκει σίγουρα σε αυτή την κατηγορία. Από το εξώφυλλο μέχρι τη διάταξη του κειμένου και την ευδιάκριτη γραμματοσειρά, από το τους προφυρούς – σαν το εξώφυλλο – τίτλους μέχρι την ποιότητα του χαρτιού, είναι μια εξαιρετική έκδοση, χωρίς καμία υπερβολή.
Όσο για το περιεχόμενο… η αλήθεια είναι ότι περίμενα τελείως διαφορετικό περιεχόμενο! Από την περιγραφή περίμενα ένα θεωρητικό – στείρο βιβλίο που θα αναλύει πως ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται τα βιβλία και πως τα ενστερνίζεται. Αλλά έκανα λάθος. Το βιβλίο αυτό είναι μια συλλογή από τα αγαπημένα βιβλία του συγγραφέα. Θα βρείτε μέσα στο βιβλίο κάθε λογής βιβλίο, όπως αστυνομικά μυθιστορήματα, δύσκολα αλλά και ελαφριά βιβλία που απλά θα σου κρατήσουν συντροφιά.
Η ανάλυση που κάνει ο Π.Τατσόπουλος για κάθε βιβλίο είναι υποδειγματική. Σου δίνει ακριβώς το ποσοστό της γεύσης του βιβλίου που θα έπρεπε να σου δώσει χωρίς να προδώσει τίποτα από το περιεχόμενο του συγκεκριμένου βιβλίου. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι ένας εξαιρετικός διαφημιστής – κριτικός. Όταν τελειώσεις το βιβλίο, σε έχει ήδη πείσει να αγοράσεις κάποια από αυτά τα βιβλία, όχι άμεσα αλλά έμμεσα, κινητοποιώντας όλο σου το ενδιαφέρον για αυτά.
Ένα άλλο πλεονέκτημα του, είναι ότι η γλώσσα του είναι δομημένη αλλά όχι ξύλινη, είναι ισορροπημένη μεταξύ λόγιων εκφράσεων και σοφιστικέ λέξεων (που πάντα τις είχες ακουστά αλλά δεν είχες μπει στον κόπο να τις ψάξεις) και χαλαρής καθομιλουμένης. Ήδη από τις πρώτες σελίδες, ο τρόπος που χειρίζεται το λόγο ο συγγραφέας σε κάνει να ξεχάσεις ότι στην ουσία διαβάζεις κριτικές βιβλίων και απλά απολαμβάνεις την λογοτεχνική μεριά του βιβλίου.
Σε γενικές γραμμές λοιπόν, το βιβλίο αυτό αξίζει να διαβαστεί από τον καθένα, όχι όμως σαν ένα ξεχωριστό λογοτέχνημα παρά σαν ένας οδηγός που θα σου προτείνει κάποια λογοτεχνικά βιβλία. Σίγουρα, έχει και τα άσχημα σημεία του που τα προσπερνάς χωρίς να του δίνεις ιδιαίτερη σημασία, αλλά ας μη γελιόμαστε… ποιο βιβλίο δεν έχει άσχημα σημεία; Θα το πρότεινα ανεπιφύλακτα σε όποιον ψάχνεται με τη λογοτεχνία και έχει κολλήσει, μην ξέροντας τι να διαβάσει μετά. Αλλά αν έχετε ήδη στο μυαλό σας τι θέλετε να διαβάσετε, καλύτερα να μην το αγοράσετε… Κρατήστε το για αργότερα!