Από σημερινό δημοσίευμα της Καθημερινής:
Οι άνθρωποι χρειάζονται τη γλώσσα για να καταλάβουν τους αριθμούς, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα, η οποία διαπίστωσε ότι οι αριθμοί πάνω από το τρία δεν έχουν κανένα νόημα για τους ανθρώπους που δεν μπορούν να μιλήσουν μια γλώσσα.
Η ανακάλυψη -κάτι που οι επιστήμονες υποπτεύονταν εδώ και καιρό, αλλά πλέον έχουν ισχυρά στοιχεία- μπορεί να ρίξει φως στον τρόπο που τα μικρά παιδιά αποκτούν την αίσθηση των αριθμών.
Οι ερευνητές από τα Τμήματα Ψυχολογίας των πανεπιστημίων Σικάγο και Χάρβαρντ, με επικεφαλής την καθηγήτρια ψυχολογίας Σούζαν Γκόλντιν-Μίντοου και την ψυχολόγο Ελίζαμπετ Σπέπεν, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στα «Πρακτικά» της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), σύμφωνα με το New Scientist και τη βρετανική «Ντέιλι Μέιλ», έκαναν πειράματα με κουφούς ανθρώπους από τη Νικαράγουα, οι οποίοι είχαν εφεύρει μια δική τους νοηματική γλώσσα με χειρονομίες για να επικοινωνούν, η οποία δεν διαθέτει σύμβολα για το μέτρημα.
Τα μέλη της κοινότητας αυτής, που δεν έχουν λέξεις για τους αριθμούς, φαίνεται ότι μπορούν να μετρήσουν με ακρίβεια μέχρι τρία, το πολύ μέχρι το τέσσερα, και δείχνουν αντίστοιχα με τα δάχτυλά τους αυτούς τους μικρούς αριθμούς. Από εκεί και πέρα όμως, οι αριθμοί χάνουν το νόημά τους. Για παράδειγμα, δείχνουν εννέα δάχτυλα, όταν μιλάνε για δέκα πρόβατα.
Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι, αντίθετα, στις κοινωνίες μας τα παιδιά συνήθως μαθαίνουν από πολύ μικρά να μετράνε από το ένα έως το δέκα, ακόμα και χωρίς να καταλαβαίνουν ακριβώς τι αντιπροσωπεύει κάθε αριθμητικό σύμβολο (ότι π.χ. το «έξι» αφορά έξι αντικείμενα και όχι πέντε), αλλά αυτή η ακολουθία αριθμών χαράζεται στους νευρώνες του εγκεφάλου τους για την υπόλοιπη ζωή τους.
Στην περίπτωση των κουφών της Νικαραγάουα, οι Αμερικανοί επιστήμονες συμπέραναν ότι το πρόβλημα έγκειται όχι στην ανικανότητά τους να περιλάβουν την κατάλληλη χειρονομία/σύμβολο στην αυτοσχέδια γλώσσα τους, προκειμένου για να επικοινωνήσουν με τους άλλους ανθρώπους τους αριθμούς πάνω από το τρία, αλλά στο γεγονός ότι ουσιαστικά δεν μπορούν να σκεφτούν μεγαλύτερους αριθμούς, επειδή δεν έχουν τις κατάλληλες λέξεις. Έτσι, για παράδειγμα, αδυνατούν να καταλάβουν ότι το «οκτώ» είναι κατά μια μονάδα μεγαλύτερο από το «επτά». Αν και δεν πέφτουν τελείως έξω στον υπολογισμό των ποσοτήτων, δεν έχουν τρόπο να είναι απολύτως ακριβείς, επειδή εξ αρχής δεν διαθέτουν το αναγκαίο λεξιλόγιο.
Προηγούμενες έρευνες σε απομονωμένες φυλές του Αμαζονίου, οι οποίες επίσης δεν έχουν λέξεις για αριθμούς μεγαλύτερους από το τρία (ή δεν έχουν καθόλου λέξεις για αριθμούς, όπως στην περίπτωση των Πιράχα) έδειξαν ότι οι αυτοί οι άνθρωποι δυσκολεύονται να κατανοήσουν τις ακριβείς ποσότητες, όταν ένας αριθμός (π.χ. των προβάτων γύρω τους) μεγαλώνει. Μέχρι τώρα ήταν ασαφές αν αυτό οφείλεται στο ότι η κουλτούρα τους θεωρούσε ασήμαντους τους ακριβείς αριθμούς ή στο ότι δεν έχουν τις λέξεις για αυτούς τους μεγαλύτερους αριθμούς.
Η νέα μελέτη έρχεται να δείξει ότι η δεύτερη αιτία, η έλλειψη λέξεων, είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα. Αν και η νέα έρευνα δεν αποκαλύπτει με βεβαιότητα ποιο επιμέρους στοιχείο της γλώσσας είναι το σημαντικότερο για την ανάπτυξη μιας ακριβούς αίσθησης των αριθμών, πιθανότατα αυτό, κατά τους ερευνητές, είναι η μηχανική εκμάθηση από τα μικρά παιδιά της αρίθμησης των λέξεων-συμβόλων από το ένα έως το δέκα.