«Η ενοχή της αθωότητας» είναι μία ενδιαφέρουσα προσέγγιση της σχέσεων πολιτικής και ηθικής μέσω της λογοτεχνικής μυθοπλασίας. Παραπέμπει στη νοηματοδότηση της σχέσης ατομικού με το συλλογικό μέσα σε μια «τακτοποιημένη» από πολιτική άποψη κοινωνία. Διαφωτιστική η παρουσίαση από την Ελισάβετ Κοτζιά στην Καθημερινή της Κυριακής:
«H ανεξάντλητη -ευρηματική σε επεισόδια κι επινοητική σε αναπάντεχες λύσεις- μυθοπλαστική φαντασία αποτελεί ιδιαίτερο προσόν της σαραντατριάχρονης Ιωάννας Μπουραζοπούλου…η καινούργια ιστορία εκτυλίσσεται σε μια μελλοντική ευρωπαϊκή δυστοπία. Το παλαιό καθεστώς της Γηραιάς Ηπείρου έχει αντικατασταθεί από μια ειρηνική, ευημερούσα Συντεχνιακή Δημοκρατία. Ο ανταγωνισμός έχει κηρυχθεί έκπτωτος και οι επαγγελματικές κάστες του μετακαπιταλιστικού συστήματος συνυπάρχουν αρμονικά. Εξαιτίας άλλωστε μιας υπαρξιακής μεταστροφής, ο θάνατος έχει αναγνωριστεί ως υπέρτερο της ζωής αγαθό, έτσι ώστε η αναμονή του να αποτελεί υπόσχεση ηδονής. Τα πάντα έχουν εξορθολογικοποιηθεί συμπεριλαμβανομένης και μιας προγραμματισμένης εκρίζωσης του κακού – που για τη δική μας σύγχρονη αντίληψη περί ατομικών δικαιωμάτων φαντάζει εφιαλτική. Κι ωστόσο. Χωρίς το άγχος της διατήρησης στη ζωή με κάθε μέσον και χωρίς την απειλή της στέρησης του δικαιώματος στην εργασία, το «ιδανικό» αυτό καθεστώς μοιάζει να δουλεύει ρολόι. Οταν, όμως, μέσα στο κλειστό κύκλωμα της τακτοποιημένης συλλογικότητάς του εμφανιστεί κάποια ανισορροπία, τότε οι δυσλειτουργικές της συνέπειες δρουν πολλαπλασιαστικά. Και η ελαττωματικότητα στην προκειμένη περίπτωση έγκειται στο ότι η πλήρης απουσία εγωιστικών ατομικών και συλλογικών υποκειμένων απειλεί να απονεκρώσει το πολιτικό σύστημα κεντρικά. Για να επιλυθεί το πρόβλημα, τα θεσμικά όργανα του καθεστώτος αποφασίζουν ένα ευρωπαϊκό δημοψήφισμα θέτοντας τους πολίτες ενώπιον του εξωφρενικού διλήμματος τού να αποφανθούν κατά πόσον συγκατατίθενται ή όχι στην ατιμωτική εκτέλεση ενός αθώου. Μια παράξενη ξύλινη κάλπη που μοιάζει με περιφερόμενο φέρετρο ξεκινά έτσι το μακρύ της ταξίδι διασχίζοντας τις οροσειρές του Αίμου, των Καρπαθίων, των Αλπεων και των Πυρηναίων με ευθύνη ενός καλλιτέχνη και ενός διανοούμενου. Δεν έχει νόημα να συνοψίσω τη μακρά πορεία των δύο οδηγών, καθώς η εκλεπτυσμένη φαντασίας της Ιωάννας Μπουραζοπούλου δημιούργησε το ισοδύναμο μιας πλούσιας πνευματικής περιπέτειας. Μπορώ ωστόσο να σχολιάσω τις συνέπειές της.
Τίποτα δεν μοιάζει να βρίσκεται πιο κοντά στην πολιτική μας επικαιρότητα απ’ όσο η έξυπνη αυτή αλληγορία. Διότι μέσα από τις δικολαβίες, τις σοφιστείες, τα ψευδή διλήμματα, τους εν κενώ συλλογισμούς και τους τακτικισμούς τους οποίους αναπτύσσουν όλοι ανεξαιρέτως οι θεσμικοί παράγοντες και οι ατομικές συνειδήσεις, τα πάντα εκφυλίζονται στην υποτιθέμενα ευνομούμενη αυτή κοινωνία στο αντίθετό τους συντηρώντας αμείωτη την αυτοκαταστροφική της ροπή. Ορθολογικοποίηση, χρυσή ουδετερότητα και ελεύθερη βούληση φαίνεται πως συνθέτουν ένα οικοδόμημα ασταθές, καθώς στο όνομα της ανιδιοτέλειας, Κοινοβούλιο, συντεχνίες, ψηφοφόροι και δικαστές, αποποιούνται τις ευθύνες τους μετακυλίοντας το βάρος της κρίσιμης απόφασης στους υπόλοιπους θεσμούς. Με λογικούς όρους, το δίλημμα του δημοψηφίσματος (η σκοπιμότητα της θυσίας ενός αθώου) σε συνάρτηση με τον επιδιωκόμενο στόχο (την επανίδρυση ενός καθεστώτος που έχει απονεκρωθεί) έχει τόση σχέση όση η θυσία της γυναίκας του πρωτομάστορα για να στεριώσει το γεφύρι της Αρτας, ή η θυσία του αμνού του Θεού για χάρη της σωτηρίας του ανθρώπου. Μόνον η απομάκρυνση από τον προγραμματικά αδιέξοδο ορθολογισμό της Συντεχνιακής Δημοκρατίας μπορεί να δώσει στη συμβολική αυτή πράξη που οι ρίζες της χάνονται στο υπέδαφος του συλλογικού ασυνειδήτου, το αναγεννητικό νόημά της.
Κίνητρο στην εξέλιξη της πλοκής αποτελεί ο ανταγωνισμός ανάμεσα στην κάστα των Καλλιτεχνών και στην κάστα των Διανοουμένων για την κηδεμονία του Θανάτου ως αγαθού. Το τέλος παραμένει ανοικτό ως προς τη συνολική έκβαση της ιστορίας. Εχω ωστόσο την εντύπωση πως κατά τη μυθοπλαστική εκδίπλωση του κειμένου επικρατεί μάλλον η στεγνή εγκεφαλικότητα του Διανοούμενου παρά η ζωντάνια των αισθήσεων του Καλλιτέχνη· φαίνεται να κερδίζει έδαφος η διανοητικότητα των προβληματισμών και όχι η ποιητική υποβολή. Οι μεσαιωνικής εμπνεύσεως περιγραφές ιστορικών πόλεων της Ευρώπης που είναι ταυτόχρονα έδρες των πανίσχυρων συντεχνιών (Θεσσαλονίκη, Μπρασόβ, Βουδαπέστη, Γκρατς, Βαρκελώνη, Ανεσσύ) όπως και των εμβληματικών αρχηγών τους δεν κατορθώνουν να δημιουργήσουν το δέος, τον φόβο, τη φρικίαση, την αίσθηση του απόκοσμου ή του ηδονικού ευδαιμονισμού στους οποίους δείχνει να αποσκοπούν. Για αυτήν, κατά την κρίση μου, την απώλεια, μας αποζημιώνει η περιπετειώδης δράση και η δραματική σύγκρουση των συλλογισμών».
Από μένα πάντως, επελέγη ως ανάγνωσμα των φετινών θερινών διακοπών.
[youtube=http://www.youtube.com/watch?v=k-8FpjAsnRg&feature=player_embedded&w=425&h=350]