«Στο καλό μυθιστόρημα» είναι το όνομα ενός ουτοπικού βιβλιοπωλείου, που στήνεται στην καρδιά του Παρισιού από μια πάμπλουτη κυρία κι έναν ιδεαλιστή βιβλιοπώλη. Η ιερόσυλη ιδιαιτερότητά του σε καιρούς εκδοτικού πληθωρισμού; Επιτρέπει να παίρνουν θέση στα σνομπ ράφια του μόνο υψηλής ποιότητας μυθιστορήματα. Αποκλείονται τα μπεστ σέλερ και τα νέα βιβλία που βγαίνουν με το κιλό, δεν πάει να τα εκδίδουν σοβαροί οίκοι, να τα υποστηρίζουν κριτικοί και να παίρνουν βραβεία…Το «Στο καλό μυθιστόρημα» αποκτά πλήθος εχθρούς -από εκδότες μέχρι συγγραφείς. Μια σειρά δολοφονικών επιθέσεων επιβάλλουν ως ήρωα κι έναν βιβλιόφιλο αστυνομικό….Εχει πολλά άλλα στοιχεία το μυθιστόρημα: έρωτες, φιλίες και, κυρίως, πλήθος ονομάτων καλών συγγραφέων, που σου ανοίγουν την όρεξη για διάβασμα. Το σπουδαιότερο, όμως, προσόν του είναι ότι προσεγγίζει τα σημερινά αδιέξοδα του εκδοτικού κόσμου με έναν θερμό, άμεσο λογοτεχνικό τρόπο…
Στο ερώτημα που τίθεται στη συγγραφέα, από τη Βένα Γεωργακοπούλου (Ελευθεροτυπία): Τι είναι το καλό μυθιστόρημα, η συγγραφέας απαντά:
«Λίγο σαν τον όμορφο άνθρωπο. Τι μας κάνει να τον θαυμάζουμε; Το φυσικό παρουσιαστικό του, το πνεύμα του, τα αισθήματα της καρδιάς του και κάτι άλλο, που μπορούμε να το πούμε ψυχή. Σώμα του μυθιστορήματος είναι το κείμενο: του δίνουν αξία η ομορφιά, η γοητεία, η μοναδικότητα του στιλ και ευρύτερα της φόρμας του. Πνεύμα ενός μυθιστορήματος είναι το θέμα του. Ολα τα θέματα μπορούν να γεννήσουν μεγάλα μυθιστορήματα, αλλά υπάρχουν θέματα που είναι λιγότερο ή περισσότερο δυνατά, πρωτότυπα, σημαντικά, επίκαιρα και συγγραφείς λιγότερο ή περισσότερο ευφυείς και ικανοί. Καρδιά του μυθιστορήματος είναι οι αξίες που μεταφέρει. Δεν μιλάμε πολύ γι’ αυτό το θέμα σήμερα, αλλά δεν είναι άνευ σημασίας αν σε σπρώχνει προς τα πάνω ή προς τα κάτω, αν είναι γεμάτο ευγένεια και γενναιοδωρία ή αν προσθέτει στην ευτέλεια του κόσμου. Η ψυχή στο μυθιστόρημα είναι μια διάσταση που δύσκολα προσδιορίζεται, αλλά όταν υπάρχει, όλοι οι αναγνώστες το νιώθουν. Είναι η αίσθηση αναγκαιότητας που σου προκαλεί. Ο Πολάν την προσδιόριζε με το αντίθετό της, λυπόταν που πολλά βιβλία “δεν αξίζουν τον κόπο”, δεν είναι απαραίτητα ούτε για τον συγγραφέα ούτε για τον αναγνώστη»….
Τέλος μια συμπληρωματική κριτική για το βιβλίο από την Ελεάνα Βλαστού στο ηλεκτρονικό περιοδικό «Η Λοράνς Κοσέ (γ. 1950) εισάγει το σασπένς στην πλοκή αλλά στην ουσία βρίσκει την ευκαιρία να ασχοληθεί με κάτι που γνωρίζει καλά, τον μικρόκοσμο των γραμμάτων. Συγγραφέας, δημοσιογράφος και κριτικός λογοτεχνίας, γνωρίζει τον κόσμο του πνεύματος εκ των έσω. Ο χώρος του βιβλίου δεν διαφέρει από όλους τους υπόλοιπους σε ό,τι αφορά τις φιλοδοξίες, τις μικρότητες και τις έριδες που συναντώνται. Αποτελείται πολλές φορές από μέτριους συγγραφείς, επιπόλαιους και φυγόπονους κριτικούς, μοχθηρούς εκδότες, αδαείς βιβλιοπώλες, συντεχνίες και παρέες που ορίζουν το λογοτεχνικό τοπίο.
Η συγγραφέας γράφει με πάθος για τη λογοτεχνία. Για το πάθος των αναγνωστών και των συγγραφέων. Για τους εθισμένους που διαβάζουν ένα βιβλίο δύο και τρεις φορές, την πρώτη με τρέλα για την πλοκή, την δεύτερη αργά για να μην χάνεται ούτε λέξη και την τρίτη κρατώντας σημειώσεις. Για τους συγγραφείς που τους στοιχίζουν τα κείμενά τους, για τα μπλοκαρίσματά τους, το κουράγιο τους, το άγχος τους, το ρίσκο της αποτυχίας που πήραν.»