Το θείο Πάθος δεν έπαψε ποτέ να αποτελεί πηγή έμπνευσης για την τέχνη, στην οποία απεικονίζεται ως σύμβολο ευσπλαχνίας, σωτηρίας του ανθρώπου, κατάφασης και υπέρβασης του θανάτου, αλλά και αφορμή να βιωθεί στο βάθος του ο ανείπωτος πόνος της μητέρας για το χαμό του παιδιού της. Μια συγκλονιστική απεικόνιση των παραπάνω βρίσκουμε και στο νεανικό έργο του Μιχαήλ Άγγελου, pieta. Έργο ισορροπημένο και αρμονικό ως προς τη σύνθεση των μορφών, μεταδίδει ηρεμία και συγκίνηση υποβάλλοντας τον πόνο και την ελπίδα με τη συνύπαρξη της θέωσης και οδύνης.
Και με μια πιο «τεχνική» προσέγγιση: «Ο Μιχαήλ Άγγελος σμιλεύει σε μάρμαρο το αριστούργημά του Pieta στην ηλικία των 23 χρόνων. Το ολοκληρώνει μέσα σε έναν μόλις χρόνο. Απεικονίζει τη σκηνή του θανάτου του Ιησού και του θρήνου της Παναγίας. Το γλυπτό είναι περίοπτο και παρουσιάζει υπέροχες λεπτομέρειες από κάθε οπτική γωνία, ωστόσο η κύρια όψη του είναι η μετωπική. Είναι το σώμα του νεκρού Χριστού στην αγκαλιά της Παρθένου Μαρίας. Η απόδοση των μορφών σ’ αυτή τη στάση ήταν πρωτότυπη για την εποχή του καλλιτέχνη στην Ιταλία. Ο Μιχαήλ Άγγελος πήρε την ιδέα από ανάλογες αναπαραστάσεις της βόρειας Ευρώπης (Νορμανδίας).
Επέλεξε την πυραμίδα ως σύμβολο θανάτου, χωρίς όμως η σύνθεση να έχει αυστηρή τριγωνική φόρμα. Η κορυφή της πυραμίδας είναι το κεφάλι της Παναγίας, ενώ το φόρεμά της με τις έντονες πτυχώσεις και τα ανοιχτά γόνατά της, για να συγκρατούν το σώμα του Χριστού, είναι η βάση. Κάτω φαίνονται τα βράχια του Γολγοθά λιγότερο δουλεμένα, ώστε το βλέμμα του θεατή να στρέφεται ψηλά. Το σώμα της Παναγίας είναι αναλογικά πολύ μεγαλύτερο από το σώμα του Χριστού. Αυτό εξυπηρετεί την ισορροπία της σύνθεσης, και τελικά υπάρχει μια μεγάλη οπτική αρμονία των δύο σωμάτων. Τα σώματα έχουν μια περιστροφική κίνηση και σχετίζονται με άνεση, χωρίς να τονίζεται το βάρος του νεκρού σώματος. Το αριστερό χέρι της Παναγίας είναι με ανοιχτή την παλάμη προς τα επάνω, συμβολίζοντας την αποδοχή της θυσίας του Ιησού. Το κεφάλι της γέρνει ελαφρώς δεξιά προς το σώμα του Υιού της.
Εντύπωση προκαλεί το πρόσωπο της Παναγίας, το οποίο είναι κλαμένο αλλά πολύ ήρεμο και πολύ νεανικό. Ο Μιχαήλ Άγγελος κατηγορήθηκε στην εποχή του, γιατί παρουσίασε τόσο νεανική τη μορφή της Παναγίας. Εκείνος όμως ήθελε να αναπαραστήσει την Παναγία σε νεαρή ηλικία και με αγνή ομορφιά, αντί να παρουσιάσει μια συντετριμμένη από τον πόνο και μεγάλη σε ηλικία γυναίκα. Στο πρόσωπο του Χριστού δεν αποτυπώνεται πόνος. Αποτυπώνεται μια ηρεμία που συμβολίζει την επικοινωνία του Υιού με τον Πατέρα, μετά την υπέρτατη θυσία της σταύρωσης και την επιτέλεση του καθήκοντος.
Πρόκειται για ένα από τα ελάχιστα έργα του Μιχαήλ Αγγέλου που είναι ολοκληρωμένο. Τα περισσότερα έργα του, όπως για παράδειγμα οι «Σκλάβοι», έμεναν ανολοκλήρωτα, είτε γιατί τα εγκατέλειπε για καινούριες ιδέες είτε γιατί προτιμούσε να «αναδύονται» μισοτελειωμένα μέσα από τον όγκο του μαρμάρου. Εδώ η καταπληκτική τεχνική του αποτυπώνεται στην αίσθηση που δίνει κάθε μικρή ή μεγάλη επιφάνεια. Το φως λάμπει και αντανακλά στις λείες γυαλισμένες επιφάνειες. Τα βαθιά σκαλίσματα σκιάζονται σε ένα συνεχές παιχνίδι και κίνηση του βλέμματος του θεατή, δίνοντας ζωή και υπόσταση στο έργο. Ενδιαφέρουσα αντίθεση δημιουργείται ανάμεσα στο γυμνό σώμα του Χριστού και στο ένδυμα της Παναγίας. Οι μύες και οι φλέβες διακρίνονται σε κάθε τους λεπτομέρεια. Η διαγώνια λωρίδα στο ρούχο της Παναγίας φέρει την υπογραφή του καλλιτέχνη. Είναι το μοναδικό έργο που υπέγραψε ο Μιχαήλ Άγγελος, επειδή ήθελε όλοι να γνωρίζουν τον δημιουργό αυτού του έργου και την καταγωγή του από τη Φλωρεντία. Όλο το έργο του αποπνέει τη βαθιά θρησκευτική πίστη του, αφού εξάλλου ο ίδιος θεωρούσε ότι η ομορφιά της τέχνης πηγάζει από τον Θεό. Ο Μιχαήλ Άγγελος ήταν μεγάλος γνώστης της ανθρώπινης ανατομίας. Οι μορφές του Χριστού και της Παναγίας είναι εξιδανικεύσεις της ανθρώπινης μορφής.» (πηγή: περιήγηση στην τέχνη)