che fece per vilta il gran rifiuto (= που, από δειλία, έκανε τη μεγάλη άρνηση). Παίρνοντας αφορμή και αξιοποιώντας το συγκεκριμένο στίχο του Δάντη, αφού «αποκρύψει» το «per vilta» (=από δειλία), αναπλαισιώνει το περιεχόμενό του. Θέτοντας το στίχο ως τίτλο, δίνει τις δικές του προεκτάσεις με ένα ποίημα έντονα δραματικό που αποπνέει τη θλίψη της εξομολόγησης ενός ανθρώπου που νιώθει ότι αναμετράται με τη συμβατική ζωή, και που συνειδητοποιεί τη δειλία του για να συγκρουστεί μ΄αυτήν και να απεξαρτηθεί από την καταπίεσή της. Ο Καβάφης δημιουργεί, άλλη μια φορά, ένα μετεωρισμό αυτογνωσίας για κείνον και για όλους μας.
Κωνσταντίνος Καβάφης «Che fece …. il gran rifiuto»
Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα
που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο το Οχι
να πούνε. Φανερώνεται αμέσως όποιος τόχει
έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντάς το πέρα
[youtube=http://www.youtube.com/watch?v=nIgFQPPS8VI&w=425&h=350]
πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί του.
Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Αν ρωτιούνταν πάλι,
όχι θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει
εκείνο το όχι — το σωστό — εις όλην την ζωή του.
Ερμηνεύοντας ο Σεφέρης το στίχο του Δάντη, βρίσκει, χρησιμοποιώντας σχεδόν απαξιωτικό λόγο, την καβαφική χρήση του άστοχη και απορρίπτει το συγκεκριμένο ποίημα ως δείγμα στόμφου και κούφιου αισθηματισμού: «Che fece… il gran rifiuto (1901). Από τα ποιήματα του Καβάφη που μ’ ενοχλούν πραγματικά· πρώτα γιατί δε μου μεταδίνει κανένα αίσθημα· έπειτα, γιατί άκουσα τόσους και τόσους να το απαγγέλνουν με το στόμφο εκείνων που δεν ξέρουνε τι λένε· θαρρείς πως ο καθένας μπορεί να το γεμίσει με όλα τα ναι και τα όχι που του έλαχαν στο μεροκάματό του.Υπάρχει ένας υποδεέστερος αισθηματισμός στην αρχή του έργου του Καβάφη· θα ήταν κάπως φτενό το έργο του, αν έμενε έτσι ως το τέλος. Το μεγάλο Ναι και το μεγάλο Όχι δίνουν έναν ήχο αρκετά κούφιο· εννοώ το ποίημα χωρίς τον τίτλο·δυστυχώς υπάρχει και ο τίτλος, και το επιβαρυντικό είναι ότι ο Καβάφης απαιτεί να προσέχουμε και το παραμικρό τυπογραφικό σημείο· όχι μόνο οι τίτλοι, αλλά και ένα κόμμα έχουν οργανική σημασία υποχρεωτικά για τον αναγνώστη. Ο τίτλος αυτός είναι ένας στίχος του Δάντη παραμορφωμένος, που ανήκει στην ακόλουθη περικοπή της Κόλασης (III, 52-64)……Οι ψυχές που έκαναν τη μεγάλη άρνηση είναι οι πιο καταφρονεμένες απ’ όλες που βλέπουμε σ’ ολόκληρη την Κόλαση. Όχι οι πιο κολασμένες ή οι πιο βασανισμένες -οι πιο καταφρονεμένες. Είναι οι ψυχές των αδιάφορων, των χλιαρών, των λαγόψυχων, των αμέτοχων, των ουδέτερων· εκείνων που έζησαν “χωρίς ψόγο και χωρίς έπαινο” (στ. 36), γιατί αρνήθηκαν να πράξουν και το καλό και το κακό· τους αποστρέφεται και ο Θεός και ο Σατανάς (στ. 63). Δεν τους καταδέχεται ούτε καν η Κόλαση (στ. 41), γιατί μπροστά τους οι κολασμένοι θα ένιωθαν κάποιαν υπερηφάνεια, κάποια δόξα (στ. 42). Είναι έξω από την ιεραρχία των ανθρωπίνων παθών που είναι η Κωμωδία, είναι στο περιθώριο, δεν περνούν τον Αχέροντα· είναι στο περιθώριο της ζωής και του θανάτου· ποτέ τους δεν ήταν ζωντανοί. Αυτό είναι το νόημα και το αίσθημα “της μεγάλης άρνησης” για τον Δάντη· αυτό μεταδίνει στον αναγνώστη που τον εδιάβασε με κάποια προσοχή. Εκείνοι που την έκαμαν δε λένε ούτε ναι ούτε όχι, γιατί είναι ένα νεκρό σημείο, και για να πεις ναι ή όχι, μεγάλο ή μικρό, πρέπει να μην έχεις κάνει την άρνηση της ζωής-
Φανερώνεται αμέσως όποιος το χει έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντάς το πέρα πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί του. Αλλα το ναι δε σημαίνει διόλου τιμή. Το ναι, όπως το εκφράζει ο Δάντης, μπορεί να είναι ναι και στην αμαρτία και στην ατιμία, όπως και στην αρετή και στην αγιοσύνη. Έτσι, το μόνο νόημα που μπορεί να έχει το ποίημα του Καβάφη είναι ένα μεγάλο όχι στη ζωή. Δεν πιστεύω να το θέλησε αυτό. Φυσικά, θα μ’ απαντήσουν, άλλο το νόημα του Δάντη και άλλο του Καβάφη, Ίσως· αλλά, τότε, γιατί ο ίδιος ο Καβάφης με καταναγκάζει σ’ αυτή την κουραστική ανάλυση μ’ αυτό τον ανοικονόμητο τίτλο του; Είναι λίγο υπερβολικό, νομίζω, να έχει την απαίτηση να τον ακούμε όταν αυτός ή οι Σιδώνιοι νέοι του μας διαβάζουν στρεβλά ένα μεγάλο ποιητή. Γι’ αυτό λέω πως τους στίχους του Φλωρεντινού τους χρησιμοποίησε αστόχαστα, όπως χρησιμοποιούμε κάτι εξ ακοής, ή όπως ίσως τους άρπαξε από κανένα προραφαηλιτικό κείμενο. Πάντως δε μοιάζει να ήξερε για τι μιλούσε. Είναι αξιοπρόσεχτο για έναν άνθρωπο που, αργότερα τουλάχιστο, είχε τόση μανία να εξακριβώνει. Το “Che fece…” είναι η μοναδική περίπτωση όπου χρησιμοποιεί ξενόγλωσσο συγγραφέα».
Τα συμπεράσματα δικά σας (θα συζητήσουμε το θέμα διεξοδικά στο αυριανό μάθημα).