Με αφορμή την ταινία του σκηνοθέτη Θάνου Αναστόπουλου «Η κόρη» και το αποτέλεσμα μεγάλης έρευνας που πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα και σε άλλες οκτώ βαλκανικές χώρες, με τη Διεύθυνση Ψυχικής Υγείας του ελληνικού Ινστιτούτου του Παιδιού να έχει τον συντονισμό και την επιστημονική ευθύνη του έργου (δημοσιεύτηκε στην «Κ» σε ρεπορτάζ του Γιάννη Ελαφρού), η κα Μαρία Κατσουνάκη γράφει στην «Καθημερινή» για τις επικρατούσες παθογενείς συνθήκες που διαμορφώνουν σήμερα τον ψυχοκοινωνικό κόσμο των παιδιών: «Σύμφωνα, λοιπόν, με την έρευνα, «το 50% των παιδιών στην Ελλάδα είχε πέσει το τελευταίο έτος θύμα τουλάχιστον μιας ανεπιθύμητης εμπειρίας σωματικής βίας, το 10% σε περιστατικό σεξουαλικής βίας, ενώ παραμελημένο δηλώνει σχεδόν το 28%». Ρωτήθηκαν 15.000 παιδιά, ηλικίας 11, 13 και 16 ετών, από την Αττική και την Κρήτη. Παράλληλα, η τριμηνιαία έκθεση της Κομισιόν «για την απασχόληση και την κοινωνική κατάσταση» στην Ευρώπη αναφέρει ότι στην Ελλάδα περισσότερα από ένα στα πέντε παιδιά βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας.
Το ερώτημα «σε τι κόσμο μεγαλώνουν τα παιδιά» δεν διατυπώθηκε για πρώτη φορά στα χρόνια της οικονομικής ύφεσης. Κάθε εποχή γεμίζει με αγωνία τους γονείς βαθαίνοντας το χάσμα, κυρίως με ηλικιακά και υπαρξιακά κριτήρια. Ομως, τα τελευταία χρόνια η ασθένεια της κοινωνίας, οξυμένη λόγω κρίσης, εγγράφεται με περισσή βιαιότητα πάνω στο σώμα και στην ψυχή των παιδιών. Πολλαπλές στρεβλώσεις από γονείς αγανακτισμένους, αδύναμους, απαίδευτους, αυτάρεσκους, υπερβολικά αμφίθυμους και ανισόρροπους.
Η εγκατάλειψη (συμβολική και πραγματική) των παιδιών ανταποκρίνεται στον χαρακτηρισμό του «κοινωνικού θρίλερ». Γιατί δεν πρόκειται για μεμονωμένες περιπτώσεις. Κάθε άλλο. Τα στοιχεία της έρευνας θα έπρεπε να οδηγήσουν την πολιτεία σε επείγουσες αποφάσεις: ενημέρωση, ειδικά μαθήματα στα σχολεία, εξειδικευμένοι σύμβουλοι σε θέματα βίας και κακοποίησης. Το παιδί, ο έφηβος, με την παραβατική συμπεριφορά, κατά κανόνα, μας αρέσει δεν μας αρέσει, έχει ανοιχτούς λογαριασμούς με την οικογένειά του. Πώς και ποιος μπορεί να επέμβει για να δώσει λύση; Αν κανείς (αρμόδιος) δεν βοηθήσει, η ζωή θα αναλάβει να καλύψει το κενό εις βάρος τόσο του ίδιου του πάσχοντος παιδιού όσο και του κοινωνικού συνόλου. Οι «διορθώσεις» ή δεν έρχονται ποτέ ή, όταν εμφανίζονται, είναι ήδη αργά.
Φτώχεια, ανέχεια και κακοποίηση δημιουργούν μια αλληλοτροφοδοτούμενη αλυσίδα. Το σπίτι που στερείται τα χρειώδη, η ανεργία, το παιδί που υποσιτίζεται, ο θυμός και το μίσος που καλλιεργούνται από τη στέρηση, εσωτερική και εξωτερική. Το χάδι που λιγοστεύει, η αγκαλιά που στερεύει, το βλέμμα που αδειάζει ή βαραίνει.
Τα παιδιά μάς κοιτούν, καταγράφουν τα πάντα. Τον φόβο, τον ζόφο, την απελπισία, την οργή, αλλά και την ελπίδα, τη χαρά, την προσπάθεια, τη δημιουργία, την αλληλεγγύη. Στα μάτια τους αποθηκεύονται οι εικόνες του μέλλοντος.»