Ως σημαίνον σύμβολο η Ελένη, των επικών ή τραγικών μύθων, γίνεται διαχρονικά ένα ισχυρό σημείο αναφοράς και έμπενευσης για τους ποιητές. Συνώνυμο της ιδανικής γυναικείας ομορφιάς, της προδοσίας, του ασυμβίβαστου, περιπαθούς και αδίστακτου έρωτα, αλλά και του ανώφελου θανάτου, η ποιητική μορφή της Ελένης άλλοτε γοητεύει κι άλλοτε προκαλεί και καταδικάζεται. Μέσα από την αέναη διαδρομή της στους ποιητικούς μύθους, που κατασκευάζονται γύρω από την εικόνα της, δικαιώνεται ή κατακρίνεται, με σκοπό να προκαλέσει συγκίνηση ως τραγικό πρόσωπο ή για να χρησιμοποιηθεί ως εμβληματική φιγούρα που εκφράζει κάποια εποχή ή ακόμη για να σχηματοποιηθούν μέσα από την πολυσημία του συμβολισμού της κάποιες εκδοχές εσωτερικής ή εξωτερικής ζωής. Μελετήστε τις παρακάτω σχετικές αναφορές που επιβεβαιώνουν τα παραπάνω:
Η Ελένη του Τάκη Σινόπουλου:
Ωραία εσύ η ανίδωτη
μέσα στον ουρανό του ποιήματος
καυτερή θρησκεία γυναίκα αγέρινη
ντυμένη χαραυγές ένα άστρο σύμβολο
με τ΄ όνομά σου δένοντας των εποχών τις γέφυρες.
Ωραία εσύ
νυχτερινή του απείρου εξαίσιο του θανάτου λάφυρο
από τη σκόνη του θανάτου αναγεννώμενη.
Σ΄ αναγνωρίζω Ελένη μου μέσα στους μαύρους έρωτες
που κάψανε μ΄ οράματα τα χρόνια μου. Ω, ποτέ
ποτέ μη φύγεις για τους τόπους του χαμού
στις χώρες τις απάνθρωπες μη σπαταλήσεις
τούτη τη σάρκα σου από σμάλτο κι από κρύσταλλο.
Σε περιμένω.
Κοίταξε σούφερα καπνούς κι αρώματα από τα βουνά
πετράδια από τη θάλασσα
ήλιους και φύλλα σούφερα κατηφοριές κι ανέμους
καλάμια από τις ποταμιές βράχια και πέτρες κι όνειρα
και καταχνιές κι αφρούς για σένα προσφορά.
Με χέρια και με γόνατα σπασμένα παραμόνεψα
γυμνός πλανήθηκα πάνω στη γη σε κάθε στρίψιμο
του κόσμου παραμόνεψα. Σε περιμένω.
Είμαι νεκρός τα βράδια κάτω απ΄ το λυχνάρι μου
κι όμως ακόμα ζωντανός αστράφτοντας απ΄ τη δική σου δύναμη.
Κοιμάμαι σε κρεβάτι φορτωμένο με γεννήτορες
που μου γυρεύουν να μιλήσω. Κι ανυμνώ τη χώρα μου
κι εσένα και τη βλάστηση
γίνομαι μνήμες όνειρα και βλάστηση
και χώμα αιώνιο απ΄ τη δική μας γη
προπάντων χώμα χώμα Ελένη.
Και τούτο τ΄ ονομάζω προσμονή. Η γέννηση του ποιήματος…
[youtube=http://www.youtube.com/watch?v=AKU_KHWNS88&w=425&h=350]
Απόσπασμα από τη μελέτη του Λάμπρου Βαρελά, «Ο μύθος της ωραίας Ελένης στη νεοελληνική ποίηση: Από τον Παλαμά ως τον Ρίτσο»:
«α) Σε ό,τι αφορά την αξιοποίηση του μύθου της Ελένης, όπως μας είναι παραδομένος στις διάφορες εκδοχές του από την αρχαιότητα, τα θέματα στο σχετικό νεοελληνικό ποιητικό υλικό δεν παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία. Αρκετά ποιήματα αρκούνται σε αποστροφές προς την Ελένη και την ομορφιά της, χωρίς να αφηγούνται ή να παραπέμπουν σε συγκεκριμένα επεισόδια.
Πιο συγκεκριμένα: η εκδοχή για τη φυγάδευση και παραμονή της Ελένης στην Αίγυπτο εμφανίζεται στον Παλαμά και τον Σεφέρη, με διαφορετικές όμως προθέσεις, όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Ο θάνατος της Ελένης απαντάται δύο φορές, μία στον Ιωάννη Μοσχονά (όπου εμφανίζεται η Περσεφόνη να δυσανασχετεί από την επικείμενη κάθοδο της Ελένης στον ‘Αδη) και άλλη μία στον Ρίτσο, όπου η Ελένη γερνά και πεθαίνει από φυσιολογικά γηρατειά.
Μια παρολίγο θανάτωση της Ελένης από τον Μενέλαο, αμέσως ύστερα από την επιστροφή τους στη Σπάρτη, παρουσιάζει ο Σωτήρης Σκίπης· ο Μενέλαος επιχειρεί να τη θυσιάσει, αλλά οι Μούσες τη σώζουν. Γενικότερα στο έργο του Σκίπη συναντούμε και τη μεγαλύτερη ποικιλία επεισοδίων από τον μύθο της Ελένης. Έτσι εκτός από την απόπειρα θανάτωσης ο Σκίπης σε άλλο του ποίημα παρουσιάζει την Ελένη να μένει ερωτευμένη με τον νεκρό Πάρη και να απορρίπτει τον έρωτα του Μενέλαου. Σε άλλο εκτενές ποίημά του με τίτλο “Ο γυρισμός της Ελένης” (1930), ποίημα γραμμένο σε μορφή σκηνικού διαλόγου, παρουσιάζει έναν χορό από ελληνίδες γυναίκες να θρηνούν, γιατί τις πληροφόρησαν πως η Ελένη, το πρότυπο της ομορφιάς, πέθανε. Τελικά, η είδηση αποδεικνύεται ανυπόστατη, η Ελένη επιστρέφει και ο χορός χαίρεται και υμνολογεί τον γυρισμό της. Τέλος, αλλού ο Σκίπης εμφανίζει την Ελένη ως την ποιητική μούσα του Ομήρου, της οποίας τη βοήθεια επικαλείται για τη σύνταξη των επών του, βοήθεια που πρόθυμα η Ελένη προσφέρει.
Από τους υπόλοιπους ποιητές ο Σικελιανός αναφέρει την αρπαγή της Ελένης από τον Θησέα χωρίς να την αναπτύσσει. Ο Καζαντζάκης παρουσιάζει εκτεταμένα την εκούσια απαγωγή της Ελένης από τον Οδυσσέα, τη φυγή τους στην Κρήτη, τη χρησιμοποίησή της ως δόλωμα για την καταστροφή του Ιδομενέα, την εγκυμοσύνη της από έναν βάρβαρο στην Κρήτη και, τελικά, την εγκατάλειψή της από τον ίδιο τον Οδυσσέα.Ο Σινόπουλος τη μεταφέρει στη σύγχρονη εποχή, αλλού παρουσιάζοντάς την να παίρνει μαζί με τον Πάρη ταξί ή αλλού να χάνεται, πάντα μαζί τον Πάρη, στην έρημο. Συνοψίζοντας, επεμβαίνουν και τροποποιούν τον αρχαιοελληνικό μύθο της Ελένης ο Σκίπης, ο Καζαντζάκης, ο Σινόπουλος και ο Ρίτσος.
[youtube=https://www.youtube.com/watch?v=O_uzG4T8OX8&w=425&h=350]
β) Σε ό,τι αφορά τις πηγές στις οποίες στηρίχτηκαν οι ποιητές, στον Παλαμά φαίνονται καθαρότερα οι αναφορές στον Ευριπίδη, τους γάλλους παρνασσιστές και συμβολιστές και τον Goethe. Τον Ευριπίδη υποδεικνύει ως πηγή του και ο Σεφέρης, αλλά όσον αφορά τον γνωστό στίχο “Για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη” φαίνεται πως ακολούθησε και τον Hugh Selwyn Mauberley (1920) του Ezra Pound:
There died a myriad,
and of the best, among them,
for an old bitch gone in the teeth,
for a botched civilization
[…]
for tow gross of broken statues,
for a few thousand battered books
ή σε μετάφραση Χάρη Βλαβιανού:
Πέθαναν μυριάδες,
Κι ανάμεσά τους, οι καλύτεροι,
Για μια φαφούτα γριά σκύλα,
Για ένα μπαλωμένο πολιτισμό
[…]
Για δυο γκρόσες σπασμένα αγάλματα,
Για μερικές χιλιάδες στραπατσαρισμένα βιβλία.
Ο Σικελιανός έχει βασικά υπόψη του τον Όμηρο και τον Keats, ενώ ο Σωτήρης Σκίπης έχει υπόψη του τον Ευριπίδη, τον Goethe, τον Keats και τους γάλλους συμβολιστές. Ο Σινόπουλος γνωρίζει τον Όμηρο, αλλά ομολογεί και τις οφειλές του στον P. J. Jouve. Στον Jouve οφείλει προφανώς και ο Ελύτης τη δική του μεσοπολεμική Ελένη. Ο Ρίτσος έχει ως πηγή του βασικά τον Όμηρο, ωστόσο φαίνεται πως γνωρίζει, αν και δεν τις αξιοποιεί συστηματικά, όλες τις αρχαιοελληνικές εκδοχές του μύθου της Ελένης.
γ) Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο συμβολισμός της Ελένης. Η κυρίαρχη χρήση της είναι ως προτύπου της γυναικείας ομορφιάς, έστω κι αν εμφανίζεται με διαφορετικές, μικρές παραλλαγές. Διαφορετική χρήση έχει στον Σεφέρη και στον Ρίτσο και εν μέρει στον Σινόπουλο, όπως θα φανεί στη συνέχεια.
Αναλυτικότερα, στον Παλαμά η Ελένη είναι το πρότυπο της ομορφιάς, και μάλιστα της άσπιλης γυναικείας ομορφιάς γι’ αυτό και αξιοποιεί την ευριπίδεια εκδοχή του μύθου:
Όχι εμένα! τον υπέρκαλο
νυχτανεβασμένο ίσκιο μου
σε γη και ώρα στοιχιωμένη
πήρε ταίρι ο γόης Κιμμέριος·
είμ’ η ανέγγιχτη κ’ η αχάλαστη,
κ’ η άφταστη. Και είμ’ η Ελένη.
Ως πρότυπο της ομορφιάς εμφανίζεται η Ελένη και στον Σικελιανό, και, όπως παρατηρεί ο David Ricks, στον “Ύμνο” “η ομορφιά της Ελένης αποτελεί, το αποκορύφωμα κάθε ταξιδιού στον κόσμο του Ομήρου”, Ωστόσο κάποιοι μελετητές προχωρούν ακόμη περισσότερο (κυρίως ο Αντρέας Φυλακτού) και βλέπουν στην Ελένη του Σικελιανού έμμεση εξύμνηση της Μεγάλης Ιδέας. Στον Σκίπη η Ελένη εμφανίζεται σύμβολο του ελληνικού πνεύματος. Παράλληλα όμως στο πρόσωπό της συμβολίζεται εμφανέστατα η απόλυτη ομορφιά μέσα όμως από μια καθαρά estete θεώρηση. Πρότυπο της ομορφιάς είναι η Ελένη και στον Δικταίο και τον Ι. Μ. Παναγιωτόπουλο· στον πρώτο μάλιστα ταυτίζεται με την Ελλάδα. Ως σύμβολο της γυναικείας ομορφιάς εμφανίζεται η Ελένη και στον Καζαντζάκη, πειρασμός και απόλαυση που αποτελεί το πρώτο κίνητρο για την αντρική δημιουργία, το οποίο όμως στη συνέχεια υποσκελίζεται από άλλα.
Αρνητικό συμβολισμό αποκτά η Ελένη στο έργο του Βάρναλη. Χωρίς να αμφισβητείται η εξαιρετική ομορφιά της παρουσιάζεται ως πόρνη και γενικά ψέγεται. Το μοτίβο αυτό, όπως ήδη δηλώθηκε, εμφανίζεται στην πρώτη μορφή από Το φως που καίει (1922). Στη δεύτερη, πάντως, αναθεωρημένη έκδοση (1933) οι σχετικοί στίχοι απαλείφονται. Καθαρότερα όμως οι ανατρεπτικές προθέσεις του Βάρναλη απέναντι στον μύθο της Ελένης αλλά και γενικά στην αρχαία ελληνική μυθολογία φαίνονται στο πεζό του Το ημερολόγιο της Πηνελόπης.
Στον Ελύτη παρουσιάζεται ως η ερωμένη που χάνεται και που η απουσία της μας εξουσιάζει περισσότερο. Γενικότερα, πάντως, η Ελένη του Ελύτη ελάχιστη σχέση φαίνεται να έχει με τη μυθική Ελένη.
Στο ποίημα του Σεφέρη, που είναι και το πιο γνωστό από όσα πραγματεύονται τον μύθο της Ελένης, η Ελένη αποτελεί καθαρά το σύμβολο της ματαιοπονίας, του μάταιου της θυσίας και των αγώνων που έδωσε στον ποιητή, όπως επί λέξει ισχυρίζεται ο ίδιος, “έναν μαθηματικό τύπο, θα έλεγα της ματαιότητας και του εμπαιγμού των πολέμων”.
Τέλος, στον Σινόπουλο η Ελένη έχει δύο μορφές: η σύγχρονη Ελένη, μία από τους πολλούς νεκρούς του Σινόπουλου, αλλά και η μυθική Ελένη. Η μυθική Ελένη, σύμφωνα με δήλωση του ίδιου του ποιητή στον υπομνηματισμό της πρώτης έκδοσης των Ασμάτων (1953) χρησιμοποιείται ως σύμβολο του πνεύματος. Ο ίδιος ο ποιητής αναφερόμενος στην εκδοχή του μύθου της Ελένης που παρουσιάζει στο ποίημά του “Πάρις” (το οποίο γράφτηκε με τη συνεργασία του Γιώργη Παυλόπουλου) παραθέτει το εξής σχόλιο: “Η υπόθεση πως η Ελένη χάνεται μες στην έρημο με τον Πάρι είναι καθαρά προσωπική. Ωστόσο κατά κάποιο τρόπο θέλει να δηλώσει την εξαφάνιση του πνεύματος μέσα στη σύγχρονη βαρβαρότητα“.Κρίνοντας το συγκεκριμένο ποίημα ο Τίμος Μαλάνος, αν και αναγνωρίζει το ταλέντο του Σινόπουλου, υποστηρίζει πως ο συμβολισμός που θέλει να προσδώσει ο ποιητής στο συγκεκριμένο επεισόδιο δεν αποδίδεται εύστοχα, γιατί επικρατεί πολύς αισθησιασμός. Αυτός λοιπόν ο αισθησιασμός, σύμφωνα πάντα με τον Μαλάνο, “είναι πολύ πιο φυσικό να μας υποβάλη την ιδέα μιας τέτοιας τιμωρίας ή και μιας φυγής ενόχων μεσ’ από την καταστροφή, παρά την εξαφάνιση του πνεύματος”. Ο Σινόπουλος φαίνεται πως έλαβε υπόψη του τις παρατηρήσεις αυτές του Μαλάνου, γιατί στην επανέκδοση των Ασμάτων στις σημειώσεις για το συγκεκριμένο ποίημα τροποποίησε την αναφορά του σχετικά με τον συμβολισμό που θέλησε να δώσει διατηρώντας μόνο τη φράση: “Η υπόθεση πως η Ελένη χάνεται μες στην έρημο με τον Πάρι είναι καθαρά προσωπική”, αφήνοντας έτσι ανοιχτό τον συμβολισμό του επεισοδίου. Πολύς λόγος έχει γίνει και για τον συμβολισμό της Ελένης στην ομότιτλη συλλογή του Σινόπουλου. Φαίνεται, πάντως, πως στη συγκεκριμένη συλλογή ο Σινόπουλος επαναπραγματεύεται εκτενέστερα τον συμβολισμό που είχε κατά νου, όταν έγραφε το ποίημα “Πάρις” από τα Άσματα. Ο Βαρίκας βιβλιοκρίνοντας τη συλλογή αυτή θεωρεί ότι ο Σινόπουλος μέσω της Ελένης “εκφράζει με ιδιαίτερη οξύτητα την πικρία και τη μελαγχολία, την αίσθηση του ‘εξόριστου’, που του προκαλεί ο σύγχρονος κόσμος, την αγεφύρωτη αντίθεση ανάμεσα στην πραγματικότητα και το όνειρο που βρίσκει κάποια διέξοδο στην ποίηση ή δημιουργία”. Ο Πέτρος Χάρης είδε στην Ελένη του Σινόπουλου τον “μύθο της μεγάλης ομορφιάς μέσα στην ευαισθησία ενός σημερινού ανθρώπου”, ενώ ο Μερακλής είδε την “πεθαμένη ομορφιά της ζωής” και αντιμετώπισε γενικά τη συλλογή αυτή ως “χορικό του κάλλους” στην ποίηση του Σινόπουλου. Τέλος, πρόσφατα, ο Ερατοσθένης Καψωμένος αντιμετώπισε την παρουσία της Ελένης στο σινοπουλικό έργο ως τον “χαμένο έρωτα”.
Στον Ρίτσο το κεντρικό θέμα της Ελένης φαίνεται να είναι η παρακμή και η φθορά του ανθρώπου από τον χρόνο, με τις όποιες εξωτερικές και εσωτερικές ταπεινώσεις επιφέρει αυτή. Επιλέγεται γι’ αυτό τον σκοπό και απομυθοποιείται το πρότυπο της γυναικείας ομορφιάς, η πάλαι ποτέ ωραία Ελένη.
δ) Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει ο διαφαινόμενος διάλογος ανάμεσα στα ποιητικά κείμενα με αφορμή πάντα τον μύθο της Ελένης.
Για τον Σικελιανό και τον Βάρναλη ο Γιάννης Δάλλας έχει ήδη εικάσει ότι, δημοσιεύοντας ο Βάρναλης στα 1922 τον ψόγο της Ελένης στο Γ΄ μέρος από Το φως που καίει, είχε πιθανότατα ως πρόθεση να σατιρίσει τη μεγαλοϊδεατική χρήση του μύθου της Ελένης από τον Σικελιανό τρία ακριβώς χρόνια νωρίτερα.
Αν αντιλαμβάνομαι σωστά τα πράγματα, ο διάλογος αυτός εντείνεται κατά τη μεταπολεμική περίοδο. Αναφέρω δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις: Η συλλογή Ελένη (1957) του Σινόπουλου και ιδίως το τελευταίο της ποίημα με τίτλο “Επίκληση στον ήλιο της Ελένης” θεωρώ πως έρχεται ως αρνητική απάντηση στον συμβολισμό που προσδίδει στην Ελένη ο Σεφέρης. Ο Σεφέρης δημοσιεύει την “Ελένη” του το 1955 και ο Σινόπουλος χρονολογεί στο τέλος το δικό του τον ίδιο χρόνο, παρά το γεγονός ότι η συλλογή εκδίδεται το 1957. Πέρα όμως από τις χρονολογικές ενδείξεις, που δίνουν την αφορμή για προβληματισμό, η θετική αναφορά του Σινόπουλου στο σύμβολο της Ελένης με στίχους όπως:
Λάμψε ήλιε των νεκρών
ποιητών.
Αχτιδοφόρος ήλιος της Ελλάδας είναι τώρα εδώ
στον πείσμονα αρνητή της μαρτυρίας του χρόνου
στον ηττημένο από τη μέθη του κακού
παραμυθιού
πιστεύω πως αναφέρονται στην περίπτωση του Σεφέρη. Τείνω δηλαδή να θεωρήσω πως πίσω από τον “πείσμονα αρνητή της μαρτυρίας του χρόνου” και τον “ηττημένο από τη μέθη του κακού παραμυθιού” υπονοείται ο Σεφέρης, που ανέτρεψε εν πολλοίς την προηγούμενη ποιητική παράδοση, η οποία είχε αντιμετωπίσει την Ελένη κοινότοπα, αποκλειστικά σχεδόν, ως θετικό σύμβολο της απόλυτης ομορφιάς ή και του αρχαίου ελληνικού πνεύματος (όπως στην περίπτωση του Goethe). Η υπόθεση αυτή, πως πίσω από τους συγκεκριμένους στίχους υπονοείται ο Σεφέρης, φαίνεται να ενισχύεται και από τη χρήση της φράσης “κακό παραμύθι” που ανακαλεί το κεντρικό θέμα της Ελένης του Σεφέρη:
Δακρυσμένο πουλί,
στην Κύπρο τη θαλασσοφίλητη
που έταξαν για να μου θυμίζει την πατρίδα,
άραξα μοναχός μ’ αυτό το παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως αυτό είναι παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως οι ανθρώποι δε θα ξαναπιάσουν
τον παλιό δόλο των θεών·
αν είναι αλήθεια
πως κάποιος άλλος Τεύκρος, ύστερα από χρόνια,
ή κάποιος Αίαντας ή Πρίαμος ή Εκάβη
ή κάποιος άγνωστος, ανώνυμος, που ωστόσο
είδε ένα Σκάμαντρο να ξεχειλάει κουφάρια,
δεν το ‘χει μες στη μοίρα του ν’ ακούσει
μαντατοφόρους που έρχονται να πούνε
πως τόσος πόνος τόση ζωή
πήγαν στην άβυσσο
για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη.
Προχωρώ στη δεύτερη περίπτωση του διαφαινόμενου διαλόγου: Σε ό,τι αφορά τη σχέση της σεφερικής Ελένης και της Ελένης του Ρίτσου τα πράγματα παρουσιάζουν και εδώ ενδιαφέρον. Τη ματαιοπονία του αγώνα που εκφράζει η “Ελένη” του Σεφέρη, όπως τη βλέπουμε στο παραπάνω απόσπασμα, τη συναντούμε και στον Ρίτσο, με τη διαφορά όμως πως στην περίπτωση του δεύτερου έχουμε έναν πεσσιμιστικό ηρωισμό, την πεποίθηση δηλαδή πως ο άνθρωπος πρέπει να αγωνίζεται, ακόμη και αν γνωρίζει το μάταιο της προσπάθειάς του:
Α, ναι, πόσες ανόητες μάχες, ηρωισμοί, φιλοδοξίες, υπεροψίες,
θυσίες και ήττες και ήττες, κι άλλες μάχες, για πράγματα που κιόλας
είταν από άλλους αποφασισμένα, όταν λείπαμε εμείς. Και οι άνθρωποι, αθώοι,
να χώνουν τις φουρκέτες των μαλλιών μες στα μάτια τους, να χτυπούν το κεφάλι
στον πανύψηλο τοίχο, γνωρίζοντας βέβαια πως ο τοίχος δεν πέφτει
ούτε ραγίζει καν, να δουν τουλάχιστον μες από μια χαραμάδα
λίγο γαλάζιο ασκίαστο απ’ το χρόνο και τη σκιά τους. Ωστόσο -ποιος ξέρει-
ίσως εκεί που κάποιος αντιστέκεται χωρίς ελπίδα, ίσως εκεί να αρχίζει
η ανθρώπινη ιστορία, που λέμε, κ’ η ομορφιά του ανθρώπου.
Είναι γνωστή η αρθρογραφία σχετικά με τις οφειλές ή όχι του Ρίτσου στο έργο του Σεφέρη αλλά και για τη διαφορετική χρήση του μύθου από τους δύο αυτούς ποιητές. Δεν προτίθεμαι να πάρω θέση αυτή τη στιγμή αλλά, με αφορμή πάντα την Ελένη, φαίνεται πως τα “δάνεια” του Ρίτσου από τον Σεφέρη δεν είναι τόσο περιορισμένα.
Από όσα παρουσιάστηκαν παραπάνω μπορούμε να καταλήξουμε στα ακόλουθα καταληκτικά συμπεράσματα: Ο μύθος της Ελένης φαίνεται να εμφανίζεται αρκετά αργά στη νεοελληνική ποίηση. Αν ισχύουν τα δεδομένα το φαινόμενο χρειάζεται ερμηνεία. Τον μύθο αυτό δεν φαίνεται να τον έχουν αξιοποιήσει έως και τη δεκαετία του 1970 οι γυναίκες λογοτέχνες, πράγμα που επίσης απαιτεί διερεύνηση. Τον μύθο της Ελένης απομυθοποιούν δύο αριστεροί ποιητές, ο Βάρναλης και ο Ρίτσος, φαινόμενο μάλλον ευεξήγητο που δεν χρειάζεται αναλυτικότερη παρουσίαση. Πρέπει, τέλος, να ερευνηθεί συστηματικότερα αν η διαφαινόμενη πύκνωση του μύθου της Ελένης κατά τη δεκαετία 1947-1957 είναι συμπτωματική ή όχι.
Για να καταλήξει, βέβαια, κανείς σε ασφαλή συμπεράσματα όσον αφορά την ποσοτική και ποιοτική αξιοποίηση ενός μυθολογικού θέματος στη νεοελληνική λογοτεχνία πρέπει να βασιστεί σε μια συνολικότερη μελέτη της τύχης του αρχαιοελληνικού μύθου στη νεοελληνική λογοτεχνία (τόσο στην ποίηση όσο και στην πεζογραφία), μελέτη που λείπει, ή, τουλάχιστον, να συγκεντρωθούν περισσότερες μελέτες για μεμονωμένους μύθους…» (πηγή:greek language.gr)