Το κινητό μου βασίλειο Αθήνα-Μέγαρα
μόνος κυρίαρχος σε δάση ρεματιές γκρεμούς
δίχως γερο-συμβουλάτορες μωρά εξαρτήματα
μ’ ένα σκέτο ρόπαλο
ντυμένος μοναχά με τη σκιά του λύκου
και τον τρομερόν ήχο της λέξης Δαμαστής
δεν είχα υπηκόους — δηλαδή τους είχα για λίγο
δεν ζούσαν ίσαμε την αυγή αν και είναι κακοήθεια
να λέγεται πως ήμουνα ληστής όπως ισχυρίζονται
οι παραχαράκτες της ιστορίας 10
η πάσα αλήθεια είναι πως ήμουν επιστήμονας
εφευρέτης κοινωνικός αναμορφωτής
πραγματικό μου πάθος η ανθρωπομετρία
εφεύρα ένα κρεβάτι στα μέτρα του τέλειου ανθρώπου
και μετρούσα μ’ αυτό τους ταξιδιώτες που έπιανα 15
ομολογώ πως είναι δύσκολο ν’ αποφύγεις
να τεντώσεις μέλη και να κόψεις ποδάρια
όσο περισσότεροι άρρωστοί μου πέθαιναν
τόσο βεβαιωνόμουν για την ορθότητα
της έρευνάς μου. Ο σκοπός ήταν ιερός 20
η πρόοδος απαιτεί θύματα
λαχταρούσα να καταργήσω τη διαφορά
ανάμεσα σε υψηλό και χαμηλό
ήθελα να δώσω ενιαία μορφή
στην αηδιαστικά ποικίλη ανθρωπότητα 25
ποτέ δεν έπαψα να πασχίζω
να κάνω τους ανθρώπους ίσους
με σκότωσε ο Θησέας ο φονιάς του αθώου Μινωταύρου
αυτός που βγήκε απ’ τον Λαβύρινθο με μιανής το κουβάρι
απατεώνας όλο κόλπα δίχως αρχές ούτε όραμα του μέλλοντος
έχω τη βάσιμην ελπίδα πως άλλοι
θα συνεχίσουν τον αγώνα μου
και θα ολοκληρώσουν το τολμηρό μου έργο
(μτφρ. Γ.Π. Σαββίδης (1929-1995)
Ερμηνευτικές Επισημάνσεις
- Η δημιουργική ανάπλαση ενός αρχετυπικού μύθου (αξιοποίηση της μυθικής μεθόδου των μοντερνιστών):
Ο Χέρμπερτ δημιουργεί τη δική του ποιητική αλληγορία αξιοποιώντας τον αρχαίο ατικό μύθο του Προκρούστη (ή Δαμαστή ή Πολυπήμονα), του φοβερού ληστή της Αθήνας που ενέδρευε στην περιοχή των Μεγάρων. Αυτός προσκαλούσε κάθε διαβάτη να ξαπλώσει σε ένα σιδερένιο κρεβάτι, γνωστό ως «Προκρούστειο κλίνη». Αν ήταν ψηλός και το σώμα του εξείχε από το κρεβάτι, ο Προκρούστης έκοβε το τμήμα που περίσσευε κατακρεουργώντας τον. Αντιθέτως, αν το θύμα ήταν πιο κοντό, τότε τραβούσε, με δύναμη τα άκρα του μέχρι να καλύψουν το μήκος του κρεβατιού. Ο Θησέας, στο δρόμο του από την Τροιζήνα για την Αθήνα εξουδετέρωσε τον Προκρούστη τιμωρώντας τον με τον ίδιο τρόπο που βασάνιζε τα θύματά του. Τοποθετώντας τον στην κλίνη του, επειδή αποδείχθηκε μακρύτερος, ο Θησέας του έκοψε το κεφάλι και τα πόδια, που περίσσευαν. Σημεία του ποιήματος που αποδεικνύουν το μυθικό του πυρήνα είναι:
α. στ. 1: «Το κινητό μου βασίλειο Αθήνα-Μέγαρα…» : ο τόπος της δράσης του Προκρούστη
β. στ. 13 – 16: το απάνθρωπο βασανιστήριο που εφάρμοζε στους περαστικούς
«εφεύρα ένα κρεβάτι στα μέτρα του τέλειου ανθρώπου
και μετρούσα μ’ αυτό τους ταξιδιώτες που έπιανα
ομολογώ πως είναι δύσκολο ν’ αποφύγεις
να τεντώσεις μέλη και να κόψεις ποδάρια»
γ. στ. 28: «με σκότωσε ο Θησέας ο φονιάς του αθώου Μινωταύρου»: το τέλος κι η τιμωρία του.
Ο μύθος διατηρώντας τα βασικά, γνωστά του στοιχεία, επεκτείνεται, εμπλουτίζεται με νέες σημασιοδοτήσεις από τον ποιητή με υπαινικτικά πολιτικά και ιστορικά σχόλια που αντιστοιχούν στη σύγχρονη, μεταπολεμική εποχή, με σκοπό να στηλιτευτούν οι απάνθρωπες ισοπεδωτικές μέθοδοι «αναμόρφωσης συνειδήσεων» των ολοκληρωτικών καθεστώτων οι οποίες αποσκοπούν στην ισοπέδωση της ιδιαιτερότητας και της πολυφωνίας.
2. Η αφηγηματική φωνή α΄προσώπου, επιλέγεται σκόπιμα για να:
• ενισχυθεί η δραματική ένταση του ποιήματος με τον εξομολογητικό μονόλογο
• αποκαλυφθεί η συναισθηματική φόρτιση του πρωταγωνιστή
• αισθητοποιθεί ο δογματισμός και ο κυνισμός του αμετανόητου βασανιστή (μονοεστιακή οπτική)
• καταδειχθεί η προσπάθεια αποενοχοποίησης με την ιδεολογικοποίηση της ωμής βίας
• αποδοθεί το ύφος του μεσσιανικού παραλλήρηματος ενός πωρωμένου, αλαζόνα, αντιανθρωπιστή, ηγεμόνα – εξουσιαστή χωρίς ηθικούς ενδοιασμούς
• Αφήνει να διαφανεί το παράλογο πάθος της βίας ως βασικό γνώρισμα της ψυχοπαθολογικής προσωπικότητας των αυτόκλητων «σωτήρων» – αναμορφωτών.
3. Η ειρωνεία ως «όπλο» της ποιητικής συνείδησης
Η ειρωνεία –καβαφικής υφής- γίνεται το κύριο μέσο για να αντιτάξει ο ποιητής τη δική του συνείδηση στους έωλους ισχυρισμούς του Δαμαστή. Επιτυγχάνεται σε δύο επίπεδα με:
• Τη χρήση των στομφωδών θετικών ιδιοτήτων – χαρακτηρισμών που αποδίδει αυτάρεσκα στον εαυτό του,όπως: «επιστήμονας, εφευρέτης, κοινωνικός αναμορφωτής», οι οποίες διαμορφώνουν κλίμα «τραγικής ειρωνείας», καθώς μέσα στη δίνη της πλάνης του, ο Δαμαστής αυτοϋπονομεύεται χωρίς να το αντιλαμβάνεται.
• Επίσης, η χρήση δυναμικών αξιολογήσεων μέσω επιθέτων και επιρρημάτων: μωρά εξαρτήματα, αηδιαστικά ποικίλη ανθρωπότητα, αθώος Μινώταυρος, απατεώνας… δημιουργεί ένα δεύτερο επίπεδο«καταστασιακής ειρωνείας» που καταδεικνύει a priori ως ανορθολογική και παραπλανητική τη ρητορεία του πρωταγωνιστή.
• Ο παρελθοντικός χρόνος των πρωτοπρόσωπων ρημάτων (με αρκετά από αυτά να δηλώνουν διάρκεια στο παρελθόν) είναι δείγμα πως το παρόν διαψεύδει, από μόνο του, τα λεγόμενα του Δαμαστή, η πραγματικότητα, δηλαδή, η ίδια καταρρίπτει καγχάζοντας το ηθικό και κοινωνικό σύστημα που υποστηρίζει.
3. Ποιος είναι ο «Δαμαστής»;
• εκπροσωπεί κάθε σύστημα ολοκληρωτικής εξουσίας που, με πρόσχημα την ισότητα και την κοινωνική δικαιοσύνη, μετέρχεται των πιο απάνθρωπων και βίαιων μέσων για να επιβάλλει την ομοιογένεια στη σκέψη και στη ζωή των ανθρώπων – υπηκόων της. Προπαγανδίζοντας το ψευδεπίγραφο όραμα μιας κοινωνικής και πολιτικής ουτοπίας, η οποία, φυσικά, ποτέ δεν εκπληρώνεται, αυθαιρετεί παραβιάζοντας τα αναφαίρετα, φυσικά δικαιώματα του ανθρώπου, υποβιβάζοντας τον άνθρωπο σε μέσο και επιδιώκοντας την πλήρη συμμόρφωσή του προς τις υποδείξεις των αγιοποιημένων ηγεμόνων του, που αυτοαποκαλούνται «σωτήρες του έθνους», «πατερούληδες του λαού», «πρώτοι εργάτες», «μεγάλοι τιμονιέρηδες» κ.α.
• Ο Χέρμπερτ αναφέρεται υπαινικτικά στους «Δαμαστές» του 20ου αι., δηλαδή στους δύο μεγάλους ολοκληρωτισμούς που κι ο ίδιος, ως Πολωνός, έζησε και πολέμησε, το ναζισμό στην αρχή και τον σταλινικό κομμουνισμό στη συνέχεια. Πρόκειται για δύο άκαμπτα πολιτικά συστήματα που επιχείρησαν την ολοκληρωτική ισοπέδωση των ατομικών συνειδήσεων, με την κατάργηση κάθε διαφορετικής πολιτικής άποψης και την τυφλή υποταγή στην απόλυτη αυθεντία του ηγέτη, ο οποίος, απαλλαγμένος από κάθε ηθική δέσμευση, δικαιούται να ενεργεί αυθαίρετα καθώς τον περιβάλλει η μεταφυσική αύρα του αλάθητου.
4. Απολογία τυράννου με ένα αποτυχημένο πολιτικό μανιφέστο.
• Ο «Δαμαστής» θα μπορούσε είναι ο τύραννος που απολογείται για τα εγκλήματά του σε μια πολιτική δίκη ενώπιον του λαού που βασάνισε με την απάνθρωπη εξουσία του και που ο λαός αυτός τελικά τον ανέτρεψε. Είναι ο αμετανόητος ναζί στη δίκη της Νυρεμβέργης ή ο Άιχμαν, ή ο Τσαουσέσκου ή κάθε δικτάτορας – τύραννος που λογοδοτεί για τα «κρίματά» του ενώπιον ανθρώπων ή γιατί όχι, ενώπιον του Θεού στο δικαστήριο της μεταθανάτιας κρίσης. Παραληρηματικός, μέσα στην οριστική του πτώση, αμετανόητος, κάνει την τελευταία του προσπάθεια για να δικαιώσει τις απάνθρωπες πράξεις του ως ανώτερο έργο που απέβλεπε στο συλλογικό καλό. Οραματίζεται συνεχιστές, γνωρίζοντας, μάλλον σε βάθος την ανθρώπινη φύση:
«έχω τη βάσιμην ελπίδα πως άλλοι
θα συνεχίσουν τον αγώνα μου
και θα ολοκληρώσουν το τολμηρό μου έργο»
*(Δείτε συμπληρωματικά: Το φωτόδεντρο (ιστολόγιο) και το άρθρο του Ν. Βαγενά στο «Βήμα» για τη σχέση της ειρωνείας του Χέρμπερτ με την καβαφική ειρωνεία)