Μέσα στη δίνη του άκρατου συναισθηματισμού και της βαρύγδουπης ρητορείας των πολιτικών και των Μέσων, παραθέτουμε αποσπάσματα από δύο νηφάλιες, λογικές αναλύσεις του προσφυγικού ζητήματος, όπως δημοσιεύτηκαν στην «Καθημερινή» της 13ης Μαρτίου 2016. Το πρώτο κείμενο (Ι) είναι του κου Νίκου Κωνσταντάρα, με τίτλο: «Η εποχή της μετανάστευσης». Το δεύτερο, του κου Στάθη Καλύβα (ΙΙ), με τίτλο: «Χαμένοι, άλλη μία φορά».
Ι. Ο απομονωτισμός επιδεινώνει το πρόβλημα
«…Σε όλο τον πλανήτη, πόλεμοι, φτώχεια, η παγκοσμιοποιημένη οικονομία και οι κλιματικές αλλαγές αναγκάζουν ανθρώπους να ξενιτευθούν σε αναζήτηση ασφάλειας και ενός καλύτερου μέλλοντος. Στις χώρες προορισμού ενισχύεται ο φόβος ότι ο κοινωνικός ιστός δεν θα αντέξει τις αλλαγές, προκαλώντας οργή και τάσεις απομονωτισμού σε ολοένα περισσότερους πολίτες. Αυτό τον καιρό, μάλιστα, οι τάσεις αυτές είναι σε έξαρση σε πολλές χώρες αλλά και στην ίδια την Ε.Ε. Η Συνθήκη Σένγκεν των ανοικτών συνόρων κινδυνεύει. Εάν συνεχιστεί αυτή η δυναμική, η Ε.Ε. θα διασπαστεί σε μικρές, ευκαιριακές συμμαχίες οι οποίες θα αυτοσχεδιάζουν κατά περίπτωση. Επειδή σε αυτές τις χώρες θα παίζουν μεγάλο ρόλο οι δυνάμεις του απομονωτισμού (που είναι εξ ορισμού και εθνικιστικές), θα δυσκολεύονται να συνεργαστούν μεταξύ τους παρά σε λίγα ζητήματα. Εάν μάλιστα καταφέρουν να διασπάσουν την Ε.Ε., δεν θα αργήσει η ημέρα που θα αναζητούν τους θεσμούς και τους έστω ελλιπείς μηχανισμούς διαχείρισης κρίσεων για την αντιμετώπιση νέων προβλημάτων.
Οι πολιτικοί και οι ομάδες που πιστεύουν ότι θωρακίζονται πίσω από τον εθνικισμό και τον απομονωτισμό υπονομεύουν την ίδια τους τη χώρα· εκμεταλλευόμενοι τα πάθη της εποχής, αποδυναμώνουν τους συλλογικούς θεσμούς που είναι η μόνη άμυνα εναντίον των προκλήσεων της εποχής. Συχνά, μάλιστα, κερδίζουν ψήφους από τις επιθέσεις τους εναντίον των συλλογικών θεσμών. Οι κάτοικοι μιας χώρας που πιστεύουν ότι είναι ασφαλέστεροι πίσω από κλειστά σύνορα περιμένουν ότι κάποιοι άλλοι –ή κάποια άλλη δύναμη– θα τους προστατεύσουν πριν φθάσει το πρόβλημα στην πόρτα τους. Οταν, όμως, μια χώρα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή, γρήγορα κατανοεί ότι μόνο μέσω συλλογικών δομών και συλλογικών αποφάσεων μπορεί να επιβιώσει. Στην Ελλάδα το είδαμε όταν η οικονομία μας έπεσε έξω, το βλέπουμε και τώρα που προσπαθούμε να διαχειριστούμε την τύχη ανθρώπων που βρέθηκαν άθελά τους εγκλωβισμένοι στη χώρα μας. Ο,τι κι αν λέγαμε, ό,τι κι αν θέλαμε πριν, το γεγονός της πρόκλησης και των κινδύνων που αντιμετωπίζουμε ξεπερνάει ό,τι μπορούμε να πετύχουμε μόνοι μας. Γι’ αυτό οι τάσεις απομονωτισμού, ενώ αναπτύσσουν δυναμική και φαίνονται ακαταμάχητες, είναι καταδικασμένες σε αποτυχία και στην αποδυνάμωση της χώρας τους.
Η μαζική μετανάστευση είναι μόνιμο στοιχείο της ζωής. Οταν δεν υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις και θεσμοί να τη διαχειριστούν, ακολουθεί το χάος. Το τέλος της δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ήρθε όταν η Ρώμη δεν είχε πια τη δύναμη να αντέξει την εισβολή διαφόρων φύλων· η πτώση αυτή σηματοδότησε μια περίοδο μετανάστευσης και χάους που κράτησε περίπου 400 χρόνια. Στον δικό μας κόσμο, στη δική μας εποχή, πιστεύουμε ότι αυτό δεν μπορεί να συμβεί. Η Ιστορία διδάσκει, όμως, ότι μόνο η συνειδητή διατήρηση της συλλογικής δύναμης μάς χωρίζει από τη συντριβή.»
ΙΙ. Άστοχη και μοιραία αυτοθυματοποίηση αντί πολιτικού και διπλωματικού ρεαλισμού
«…Στο επίπεδο των δημόσιων πολιτικών, κυριάρχησε ένας συνδυασμός απουσίας πολιτικής και ξεδιάντροπης απάτης. Το ξεχαρβάλωμα του κρατικού μηχανισμού ήταν ήδη δεδομένο και η κυβέρνηση το επιδείνωσε ακόμη περισσότερο, ανάγοντάς το μάλιστα και σε ιδεολογικό αξίωμα. Τα «ανοιχτά σύνορα» δεν ήταν τίποτα παραπάνω από το φύλλο συκής που κάλυπτε τη θλιβερή πραγματικότητα της παντελούς διάλυσης του κρατικού μηχανισμού. Η απάτη ήταν η αντίληψη πως μπορούσαμε να αποφύγουμε το πρόβλημα αυτό μεταφέροντάς το σε άλλες χώρες. Και όπως συνήθως συμβαίνει με τις απάτες, κάποια στιγμή μας έπιασαν.
Βρισκόμαστε πλέον στη φάση της «επόμενης μέρας», όπου ένας ακόμη καθόλου υπερήφανος συμβιβασμός (οι «αποθήκες ψυχών») θα επιχειρηθεί να μεταμφιεστεί επικοινωνιακά σε στάση εθνικής αξιοπρέπειας και αντίστασης εναντίον των κακών Ευρωπαίων.
Η επικοινωνιακή αυτή στρατηγική βρίσκει ιδανικό πάτημα πάνω στα εθνικά μας αντανακλαστικά. Για άλλη μια φορά, τη θέση της ώριμης σκέψης έχει πάρει ένας άκρατος, ανερμάτιστος, ναρκισσιστικός και γι’ αυτό πολλαπλά αδιέξοδος συναισθηματισμός. Ο υποβιβασμός ενός σύνθετου προβλήματος σε απλό ζήτημα «φιλοξενίας» και «ανθρωπισμού» (δίχως μάλιστα ίχνος προσοχής σε επιπτώσεις και κόστος), στο οποίο εμείς έχουμε αυταπόδεικτα δίκιο (το οποίο πρέπει να το αποδεχθούν όλοι οι άλλοι) είναι ενδεικτικός τεράστιας αφέλειας. Ομως, προβλήματα τέτοιου μεγέθους δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με τέτοιους όρους.
Αναμφίβολα, η αυθόρμητη φιλοξενία και φιλανθρωπία είναι αξιέπαινη και πρέπει να συνεχιστεί. Ομως, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υποκαταστήσει την απουσία κατάλληλων δημόσιων πολιτικών. Αντίθετα, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μαξιμαλιστικές τοποθετήσεις που, στην ιστορία μας τουλάχιστον, οδηγούν με μαθηματική σχεδόν βεβαιότητα σε μεγάλες εθνικές ήττες. Ας σκεφθούμε ενδεικτικά το πώς αντιμετωπίστηκε και πού κατέληξε το «Μακεδονικό».
Φοβάμαι, λοιπόν, πως κινδυνεύουμε να βγούμε πολύπλευρα χαμένοι από την υπόθεση αυτή. Κινδυνεύουμε κατ’ αρχάς να βρεθούμε να «φιλοξενούμε» σε μόνιμη βάση έναν μεγάλο αριθμό «εγκλωβισμένων» και ιδρυματοποιημένων προσφύγων και μεταναστών που θα ζουν κάτω από υποτυπώδεις, στην καλύτερη περίπτωση, συνθήκες δίχως ουσιαστική δυνατότητα ενσωμάτωσης στην κοινωνία μας και χωρίς μελλοντικές προοπτικές πέρα από τη δύσκολη απόδρασή τους σε κάποια άλλη χώρα. Τότε θα διαπιστώσουμε πόσο εύκολα η φιλοξενία μετατρέπεται σε μίσος. Επιπλέον, και για άλλη μια φορά, θα βρεθούμε απομονωμένοι στο εσωτερικό της Ευρώπης, περιορισμένοι να αναμασάμε τις κατάρες μας για τους ξένους και να ανατροφοδοτούμε τη μόνιμη αυτοθυματοποίησή μας. Τέλος, θα βρεθούμε χαμένοι και σε μία ακόμη διάσταση, που δεν είχαμε καν διανοηθεί στο ξέσπασμα της υπόθεσης αυτής, δηλαδή των σχέσεών μας με την Τουρκία.»
Μικρό συμπέρασμα:
Η αντιμετώπιση της ιστορικής πρόκλησης του προσφυγικού σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, όπως καταδεικνύουν και οι παραπάνω αναλύσεις, αλλά και πολλές άλλες, απαιτεί ποικιλία αναδιαρθρώσεων σε πολιτικό, κοινωνικό και ιδεολογικό – συμβολικό επίπεδο, με γνώμονα το ρεαλισμό, τον πατριωτισμό, την ιστορική γνώση και τη διορατικότητα όσων σήμερα διαχειρίζονται τους θεσμούς της ελληνικής και της ευρωπαϊκής κοινωνίας.
Ποιητικό υστερόγραφο Ι: «Οδοιπορούντες πάνω της γης»
Ποιητικό υστερόγραφο ΙΙ: «Η Μεσόγειος των νεκρών»