Λίγες, απλές επισημάνσεις που φέρνει η πείρα της μακρόχρονης διδασκαλίας και ενασχόλησης με το μάθημα της Έκθεσης στο Λύκειο. Πέρα από αυτές, ίσως σας συνεπάρει και λίγο η δική μας αισιοδοξία πως μπορούμε τελικά να ξεπεράσουμε την «καταδίκη» της τυποποίησης και της ρητορείας των Πανελλαδικών ώστε το μάθημα να γίνει η αφορμή για να αγαπηθεί ξανά το σχολείο από τους εφήβους μαθητές και μαθήτριές μας.
Καταρχάς, το εν λόγω μάθημα στο λύκειο, είναι ένα μάθημα αποκαλυπτικό, τόσο για τον μαθητή, όσο και για τον δάσκαλο. Σε φέρνει αντιμέτωπο με τον γνωστικό και ηθικό σου εαυτό. Σου αποκαλύπτει τι ξέρεις και τι δεν ξέρεις για τον κόσμο, τη ζωή, την εποχή σου ή την ιστορία. Προσφέρει μια αποκαλυπτική εικόνα της γνώσης και της άγνοιας που έχεις για τον κόσμο. Γι΄αυτό και είναι ένα μάθημα «εκπληκτικό» (με τη σημασία της έκπληξης, του απρόσμενου, αυτού που μέχρι τώρα δεν σου πέρναγε από το μυαλό!). Θα σας πω μόνο ότι τα μάτια των μαθητών μου λάμπουν όταν μιλάμε για το πείραμα του Μίλγκραμ στην ενότητα για την αιτιολόγηση της βίας ή για τη δυστοπική κοινωνία του Μεγάλου Αδελφού, που τελικά αντιλαμβάνονται πως δεν είναι μόνο πετυχημένο ριάλιτι, αλλά μια καταπληκτική αναπαράσταση για τη σχέση εξουσίας – επιτήρησης, περίπου όπως τη βιώνουμε σήμερα εκτεθειμένοι σε εκατοντάδες «κάμερες» που κατασκοπεύουν την καθημερινότητά μας.
Είναι ένα μάθημα κόμβος της γνώσης, μια «διασταύρωση» της γνώσης με τη ζωή καθώς εδώ συναντώνται πολλά, διαφορετικά πεδία της γνώσης, φτιάχνοντας έναν κόσμο από διαφορετικές ετερόκλητες πληροφορίες και ροές δεδομένων. Μια «ατίθαση» πολυσυλλεκτικότητα που ο διδάσκων και ο μαθητευόμενος χρειάζεται να βάλουν σε σειρά, σε τάξη. Εδώ είναι που απαιτείται να μπουν σε ενέργεια οι όποιες λογικές μας δυνάμεις και προκύπτει το ζητούμενο της πνευματικής πειθαρχίας για να κατανοηθούν οι διαδρομές της σκέψης και η αλληλένδετη σχέση της γλώσσας με τη γνώση. Η διδασκαλία αυτού του μαθήματος σε σπρώχνει στην εμμονή πως το «μυαλό των παιδιών δεν είναι δοχείο να το γεμίσεις, αλλά σπίρτο που θα το ανάψεις!». Δείχνεις στα παιδιά πώς να φτιάξουν τα δικά τους λογικά, ερμηνευτικά σχήματα για τον εαυτό, την κοινωνία, την πραγματικότητα γύρω τους. Εδώ είναι που χρειάζεται να γίνεις ο «σωκρατικός» δάσκαλος που καθοδηγεί τους μαθητές σε ένα νοητικό και συναισθηματικό ταξίδι με μέσο την επικοινωνία, την έκφραση και την «ορθο-γραφική» αποτύπωση της σκέψης και της συνείδησής τους.
Γι΄αυτό και δεν μπορεί οποιοσδήποτε φιλόλογος να διδάξει τον «λόγο» αναμασώντας μόνο τις τεχνικές φορμαλιστικού τύπου ή με τα τυποποιημένα πρωτόκολλα μάθησης που προβάλλονται ως οι «συνταγές επιτυχίας» για την εξέταση στις Πανελλαδικές. Για να γίνω και λίγο κοινότοπος, η Έκθεση διδάσκεται αποτελεσματικά μόνο με «κατάθεση ψυχής» και εφόσον υπάρχει ο παιδαγωγικός ενθουσιασμός από τον διδάσκοντα! Πρέπει να θυμηθείς τη διδασκαλία ως τέχνη. Κι αυτό γιατί πρόκειται για ένα μάθημα που δοκιμάζει τη σκέψη και τη συνείδηση, φτιάχνει νήματα σύνδεσης με την πραγματική ζωή και τα προβλήματά της καλώντας και προκαλώντας τους μαθητές στο μέγιστο και πιο δύσκολο επίπεδο της γνώσης, στις δεξιότητες της μετα-γνώσης. Μπορεί να μετασχηματίσει τη σκέψη και τις πεποιθήσεις των νέων ανθρώπων ενθαρρύνοντάς τους να εκφραστούν, να επιδράσουν με την επικοινωνία και την πειθώ στους διπλανούς τους, στο πλαίσιο της σχολικής ομάδας ή κοινότητας, να διεκδικήσουν τελικά συμμετοχή στη δημόσια σφαίρα ως ενεργά πολιτικά υποκείμενα και όχι ως απλοί θεατές – καταναλωτές προκάτ απόψεων.
Μπορεί, λοιπόν, σε συνδυασμό με τη λογοτεχνία και τις άλλες τέχνες να το κάνουμε το πιο απελευθερωτικό μάθημα για τα παιδιά μας. Κι αν ακόμη θεωρήσουμε την τυποποιημένη εξέταση του μαθήματος ως αναγκαίο κακό, οφείλουμε να αντικαταστήσουμε τη χρησιμοθηρική οπτική, σιγά σιγά, με μια άλλου τύπου αντιμετώπιση του μαθήματος της Έκθεσης, η οποία θα «υπονομεύει» σιγά σιγά τη χρησιμοθηρία για να την αντικαταστήσει η δημιουργική -γιατί όχι και η πρωτότυπη- σκέψη και ο οργανωμένος, αυθεντικός, αυτόνομος λόγος. Πιο απλά, ας αφαιρέσουμε την τεχνοκρατική οπτική γλωσσολογικού τύπου από τις ασκήσεις κάθε τυποποιημένου διαγωνίσματος και ας δώσουμε περισσότερο χώρο στην αντίληψη και κατανόηση του επικοινωνιακού νοήματος των κειμένων. Ας διαβάσουμε και να συζητήσουμε μαζί με τους μαθητές κείμενα από κάθε κειμενικό είδος με έμφαση στο νόημα και στη σύνδεσή τους με τις επικοινωνιακές ανάγκες που εξυπηρετούν. Ας τους προτρέψουμε στη σύνθεση των δικών τους κειμένων που θα κινητοποιούν τον προσωπικό στοχασμό ως αποτέλεσμα της σύνθεσης των εμπειριών και της γενικότερης γνωστικής ταυτότητάς τους. Ας περιορίσουμε τις υπερβολές του γλωσσικού φορμαλισμού και ας προτρέψουμε τα παιδιά στην άσκηση του δικού τους ποιοτικού προφορικού και γραπτού λόγου, καλλιεργώντας την ευθύνη για τη δική τους άποψη. Έτσι, θα συνδεθεί η σκέψη τους με τη δική τους εσωτερική και εξωτερική πραγματικότητα. Η μελέτη και η δημιουργία προφορικών και γραπτών κειμένων στο σχολείο ας σχετίζονται με προθέσεις και πράξεις της πραγματικής ζωής.
Τα κείμενα που ζητάμε να γράψουν οι μαθητές ας είναι επικοινωνιακές προσπάθειες που θα προέρχονται και θα απευθύνονται στην καθημερινότητά τους και στις κοινωνικές διαδικασίες της δικής τους ζωής. Ας τους προτρέψουμε να αναπτύξουν πειστικό λόγο με ερωτήματα που αφορούν στην καθημερινότητά τους όπως: «Πώς θα πείθατε τους γονείς σας να συνηγορήσουν να κάνετε ένα τατουάζ;», «πώς θα πείθατε έναν καθηγητή σας που αρνείται να σας συνοδέψει σε μια πολυήμερη εκδρομή;», «τι θα έλεγες σε έναν φίλο σου που ξενυχτάει παίζοντας διαδικτυακά παιχνίδια και όλη την ημέρα είναι μονίμως νυσταγμένος;» ή «τι νιώθεις όταν πας στο γήπεδο να υποστηρίξεις την ομάδα σου και βλέπεις δίπλα σου κάποιους να βρίζουν τους οπαδούς των αντιπάλων;» Ας τους παρακινήσουμε να σχολιάσουν κριτικά τη συμπεριφορά τους ή τη συμπεριφορά των γονέων ή των δασκάλων τους, τη στάση των πολιτικών και των άλλων προβεβλημένων «ειδώλων» της εποχής τους, ας τους κεντρίζουμε τελικά τον στοχασμό που οδηγεί στη συζήτηση και στην αντιπαράθεση με λόγο σαφή και τεκμηριωμένο….Έτσι, η «έκθεση – έκφραση» (νεοελληνική γλώσσα επισήμως) θα γίνει ένα μάθημα ή , καλύτερα, πολλά μαθήματα ζωής δίνοντας αφορμές ενασχόλησης με την επικοινωνία και τον κόσμο όπως αυτός εκδηλώνεται στη δική τους ζωή.
Συμπέρασμα: Καλώς δίνουμε στο μάθημα σημαντική θέση και «υπόληψη» στο σχολείο. Όχι, γιατί είναι δύσκολο και απαραίτητο για τις Πανελλαδικές, αλλά γιατί έχει τις προδιαγραφές να γίνει ο πυρήνας της ανανέωσης της σχέσης μαθητών και σχολείου! Αρκεί να τολμήσουμε τις αλλαγές που απαιτούνται. Ποιες είναι, όμως, αυτές και πώς θα εφαρμοστούν στο παρόν μας; Απαιτείται διάλογος και τολμηρές αποφάσεις που θα ανατρέψουν βολικά για πολλούς κατεστημένα.