Περί Ψηφιακής και Νιτσεϊκής Αβύσσου.

«Όταν κοιτάς για πολλή ώρα την άβυσσο, η άβυσσος κοιτάζει πίσω σε σένα.» Με αυτήν τη σκέψη, ο Νίτσε περιγράφει την κατάσταση της ύπαρξης κατά την οποία, όταν κάποιος αφοσιώνεται υπερβολικά σε κάτι σκοτεινό ή επικίνδυνο, υπάρχει ο κίνδυνος να αλλοιωθεί και να εκμηδενιστεί από αυτό. Η «άβυσσος» συμβολίζει το χάος, την απώλεια νοήματος και την ηθική αποσταθεροποίηση που μπορεί να καταπιεί όποιον αφοσιωθεί – ή μήπως εθιστεί; –  για πολύ στην παρατήρησή της.

Στην περίπτωση της ψηφιακής εποχής, η «ψηφιακή άβυσσος» αντιπροσωπεύει την ανεξέλεγκτη χρήση της τεχνολογίας, την εμμονή με τα social media, την απομόνωση και την επιθυμία της διαρκούς σύνδεσης που αλλοτριώνει τον ψυχισμό των νέων. Οι Jean Twenge (2017), Jonathan Haidt (2024) και παλιότερα ο Oliver Sacks, στα βιβλία τους, προειδοποιούν ότι η ,εξ απαλών ονύχων, παρατεταμένη ενασχόληση με τον ψηφιακό κόσμο επηρεάζει αρνητικά τη νευροβιολογία του εγκεφάλου, τον τρόπο σκέψης, τη συμπεριφορά και την ψυχική υγεία των ανθρώπων, ιδιαίτερα των εφήβων.

Αν παρατήρηση της «Αβύσσου» θεωρήσουμε την εθιστική αφοσίωση μας στον ψηφιακό κόσμο, κατά τη λογική του Νίτσε, όσο περισσότερο βυθιζόμαστε στις οθόνες, τόσο περισσότερο αυτές επηρεάζουν την ταυτότητα, τις αξίες και τον ψυχισμό μας. Κάθε ανθρώπινο ον βυθιζόμενο στην ψηφιακή πραγματικότητα γίνεται ενεργούμενο της τεχνολογίας, αντί να ελέγχει την τεχνολογία, αρχίζει να ελέγχεται από αυτή.  Αν εμβυθιζόμαστε συνεχώς στην άβυσσο των αλγορίθμων, της διαδικτυακής έγκρισης και της εικονικής πραγματικότητας, των «μεγάλων γλωσσικών μοντέλων» της τεχνητής ευφυϊας, τότε αυτή η άβυσσος διαμορφώνει τον εσωτερικό μας κόσμο καθιστώντας μας παθητικούς, αγχωμένους και αποξενωμένους από τους άλλους και από τον ίδιο, τελικά, τον εαυτό μας.

Ο τίτλος, λοιπόν, του παρόντος κειμένου, θα μπορούσε να είναι μια υπαινικτική προειδοποίηση:  η ψηφιακή άβυσσος δεν είναι απλώς κάτι που παρατηρούμε αποσβολωμένοι. Αν δεν προσέξουμε, αρχίζει να μας παρατηρεί και αυτή, αλλάζοντας, με την διαλυτική της επίδραση, την προσωπικότητά μας και ροκανίζοντας σιγά – σιγά τα ψίχουλα της όποιας αυτονομίας μας απέμεινε.

Share This:

Leave a Reply